Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόazzùrro
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [adˈdzurro] το γαλάζιο azzùrro επίθετο Προσφορά I.P.A.: [adˈdzurro] γαλάζιος (-α, -ο) permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαgli Azzurri [αρσ. πλυθ.] = η εθνική ομάδα Ιταλίας Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |