Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόautóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [awˈtore] 1 (di oggetto) ο δημιουργός 2 (di azione) ο δραστής 3 (scrittore) ο συγγραφέας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |