ItalianoGreco


astùzia  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [asˈtuttsja]

1 σπιρτάδα
2 ευφυΐα
3 γρήγορη αντίληψη
4 αγχίνοια
5 ευστροφία
6 οξύνοια
7 τέχνασμα
8 πονηριά
9 ταχύνοια


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---