animàto
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [aniˈmato]
1 ψυχωμένος
2 πεταχτός
3 ολοζώντανος
4 ζωντανός
5 έμβιος
6 έμψυχος
7 νευρώδης
8 ακμαίος
9 γεμάτος κίνηση και δράση
10 ζωηρός
11 θαλερός
12 μπριόζος
13 αλέγρος
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [aniˈmato]
1 ψυχωμένος
2 πεταχτός
3 ολοζώντανος
4 ζωντανός
5 έμβιος
6 έμψυχος
7 νευρώδης
8 ακμαίος
9 γεμάτος κίνηση και δράση
10 ζωηρός
11 θαλερός
12 μπριόζος
13 αλέγρος
permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα
cartone [αρσ.] animato = το μίκι μάους, το κινούμενο σχέδιο
animato (επίθ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android