amministratóre
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [amministraˈtore]
1 διευθυντής ζωολογικού κήπου
2 διευθυντής οργανισμού
3 μάνατζερ
4 ιθύνων νους
5 διευθυντής μουσείου
6 θεματοφύλακας
7 κυβερνήτης
8 διαχειριστής
9 διευθυντής
10 προὶστάμενος
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [amministraˈtore]
1 διευθυντής ζωολογικού κήπου
2 διευθυντής οργανισμού
3 μάνατζερ
4 ιθύνων νους
5 διευθυντής μουσείου
6 θεματοφύλακας
7 κυβερνήτης
8 διαχειριστής
9 διευθυντής
10 προὶστάμενος
permalink
amministratore (ουσ αρσ )
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android