Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόacquasantièra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [akkwasanˈtjɛra] 1 πηγή αγιάσματος 2 αγιασματάρι εκκλησίας 3 αγιαστήριο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |