Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόacceleratìvo
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [atʧeleraˈtivo] 1 επιταχύνων 2 επιταχυντικός 3 επιταχυνόμενος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |