Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

ιδιαίτατος [επίθ.] ιδιόρρυθμος [επίθ.]
ιδιαίτερα [επίρ.] ίδιος {κ. (λόγ.)...
ιδιαίτερα [ουσ ουδ πληθ.] ίδιος (-α, -ο)
ιδιαίτερος {κ. (λόγ.)... ιδίος {κ. (λόγ.)...
ιδιαιτερότητα {ιδιαιτερο... ιδιοσκεύασμα {ιδιοσκευά...
ιδιαιτέρως [επίρ.] ιδιοσυγκρασία {ιδιοσυγκρ...
ιδικός [επίθ.] ιδιοσυστασία {ιδιοσυστα...
ίδιο [αντων.] ιδιοτέλεια [θηλ.ουσ]
ιδιόγραφος [επίθ.] ιδιοτελής {ιδιοτελ-ο...
ιδιοδεκτικός [επίθ.] ιδιοτελώς [επίρ.]
ιδιοκατοίκηση {-ης κ. -ή... ιδιότητα {ιδιοτήτων...
ιδιοκτησία {ιδιοκτησι... ιδιότροπα [επίρ.]
ιδιοκτησιακός [επίθ.] ιδιοτροπία {ιδιοτροπι...
ιδιοκτήτης {ιδιοκτητώ... ιδιότροπος [επίθ.]
ιδιόκτητος [επίθ.] ιδιοτυπία {ιδιοτυπιώ...
ιδιοκτήτρια {ιδιο-κτητ... ιδιοφυέστατος [επίθ.]
ιδιόλεκτο [ουσ ουδ.] ιδιοφυέστερος [επίθ.]
ιδιομορφία {ιδιομορφι... ιδιοφυής {ιδιοφυ-ού...
ιδιομορφικός [επίθ.] ιδιοφυΐα {χωρ. πληθ...
ιδιόμορφος [επίθ.] ιδιόχειρος [επίθ.]
ίδιον [ουσ ουδ.] ιδιοχρησία {ιδιοχρησι...
ιδιοποίηση [θηλ.ουσ] ιδίωμα {ιδιώμ-ατο...
ιδιοποιούμαι [ρ. παθ.] ιδιωματικός [επίθ.]
ιδιόρρυθμα [επίρ.] ιδιωματισμός [ουσ αρσ ]
ιδιορρυθμία {ιδιορρυθμ... ιδίως [επίρ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: