Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ιδιοκτησία  
ουσιαστικό θηλυκό

proprietà ~f~ είναι κατά της ατομικής ιδιοκτησίας == è contro la proprietà privata | βλέπει τη γυναίκα του σαν ιδιοκτησία του == considera la moglie | come sua proprietà πνευματική ιδιοκτησία == proprietà letteraria

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ιδιοκατοίκηση ιδιοκτησιακός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---