Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ζούληγμα  
ουσιαστικό ουδέτερο

compressio`ne ~f~, pressio`ne ~f~, pigiatu`ra ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ζουλεύω ζουληγμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---