Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόζαρτιέρα
ουσιαστικό θηλυκό giarrettie`ra ~f~ ζαρτιέρες ουσιαστικό θηλυκό πληθυντικός giarrettie`re ~fp~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |