Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόΖακυνθινή
ουσιαστικό θηλυκό femminile di [ζακυνθινός ^-ού, ο^] Ζακυνθινιά ουσιαστικό θηλυκό femminile di [ζακυνθινός ^-ού, ο^] Ζακυνθινός επίθετο dell'isola di Zante Ζακυνθινός ουσιαστικό αρσενικό abitante dell'isola di Zante η μητέρα του Ούγου Φώσκολου ήταν Ζακυνθιvή == la madre di Ugo Foscolo era originaria di Zante permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |