Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


τέντωμα
ουσιαστικό ουδέτερο

1 allargatura
2 allungamento
3 deformazione
4 deformità
5 distensione
6 prolungamento
7 protrazione
8 spiegamento
9 spiegatura
10 stenditura
11 stiracchiamento
12 stiraggio
13 stiramento
14 stiratura
15 stringimento
16 tensione
17 tesaggio
18 tesata
19 tesatura

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  τέντζερης τεντωμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---