Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


συσκευαστής
ουσιαστικό αρσενικό

1 confezionatore
2 imballatore
3 impaccatore
4 incassatore

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  συσκευασμένος συσκευάστρια  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---