Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


συνταξιοδότηση
ουσιαστικό θηλυκό

1 abbandono
2 congedo
3 giubilazione
4 pensionamento
5 ritiro
6 collocamento a riposo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  συνταξιοδοτημένος συνταξιοδοτικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---