Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


στοιβάζω
ρήμα μεταβατικό

1 abbarcare
2 accastellare
3 accastellinare
4 accatastare
5 accumulare
6 ammassare
7 ammontare
8 ammonticchiare
9 ammucchiare
10 costipare
11 cumulare
12 gremire
13 imballare
14 imbottire
15 impilare
16 impinguare
17 impinzare
18 insaccare
19 stivare (vt)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  στοιβάζομαι στοιβαχτός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---