Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


στοίβαγμα
ουσιαστικό ουδέτερο

1 accatastamento
2 accumulazione
3 accumulo
4 coacervo
5 impaccaggio

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  στοίβα στοιβαγμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---