Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


στιλβωμένος
επίθετο

1 brillato
2 cerato
3 invetriato
4 laccato
5 patinato
6 porcellanato
7 vetrato

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  στίλβωμα στιλβώνω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---