Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόθερμοπηγές
ουσιαστικό θηλυκό πληθυντικός 1 terme ~fp~ 2 sorge`nti ~fp~ terma`li θερμοπηγή ουσιαστικό θηλυκό sorge`nte ~f~ calda permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |