Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


θεμελιακός  
επίθετο

1 che si riferi`sce alle fondame`nta, delle fondame`nta
2 (fig) basila`re, fondamenta`le, radica`le θεμελιακές αλλαγές == cambiamenti radicali

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  θεμέλια θεμελιακότητα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---