Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


προσαρμόζομαι
ρήμα παθητικό

1 abituare
2 abituarsi
3 adattarsi
4 adeguarsi
5 ambientarsi
6 avvezzarsi
7 buttarsi
8 condizionare
9 conformarsi
10 familiarizzare
11 familiarizzarsi
12 orientarsi (vrifl)
13 orizzontarsi (vrifl)
14 rispettare (vt)
15 solere (vi)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  προσαρμογή προσαρμοζόμενος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---