Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


προσαρμοστικότητα
ουσιαστικό θηλυκό

1 adattabilità
2 arrendevolezza
3 cedevolezza
4 duttilità
5 flessibilità
6 malleabilità
7 pieghevolezza
8 resilienza
9 souplesse
10 versatilità

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  προσαρμοστικός προσάρτημα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---