Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ορμίσκος
ουσιαστικό αρσενικό

1 cala
2 calanca
3 insenatura
4 rada
5 sacca
6 sinuosità
7 seno di mare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  όρμιση ορμόνη  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---