Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόμέτριος
επίθετο 1 moderato, medio 2 [ποιότητα, αξία] mediocre 3 [καφές] con poco zucchero permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαο καφές μέτριος = caffè [αρσ.] con poco zucchero Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |