Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μετριοπάθεια
ουσιαστικό θηλυκό

1 compostezza
2 contemperamento
3 continenza
4 discretezza
5 discrezione
6 equilibrio
7 misuratezza
8 mitezza
9 moderatezza
10 moderatismo
11 moderazione
12 modestia
13 morigeratezza
14 regola
15 regolatezza
16 ritegno
17 sobrietà
18 temperanza
19 verecondia

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μετρικός μετριοπαθής  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---