Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόλοίμωξη
ουσιαστικό θηλυκό medicina infezio`ne ~f~ λoίμωξη του αναπνευστικoύ συστήματoς == infezione delle vie respiratorie permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |