Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


λεπτολογώ  
ρήμα μεταβατικό

1 esamina`re minuziosame`nte, scrupolosame`nte
2 sottilizza`re, anda`re per il sotti`le ας μην λεπτολογούμε τόσο τα πράγματα == non stiamo a sottilizzare troppo!; non andiamo troppo per il sottile!

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  λεπτολόγος λεπτομέρεια  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---