Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


λεπτολογία  
ουσιαστικό θηλυκό

meticolosità ~f~, minuziosità ~f~, scrupolosità ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  λεπτοκέφαλος λεπτολόγος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---