Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Λασπόλουτρα
ουσιαστικό ουδέτερο πληθυντικός

medicina fanghi ~mp~ terma`li

λασπόλουτρο  
ουσιαστικό ουδέτερο

medicina fangatu`ra ~f~, i fanghi ~mp~ terma`li

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  λασπολογώ λασπομάχος  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


κάνω λασπόλουτρο = fare i fanghi


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---