Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


λαμνοκόπι  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 canotta`ggio ~m~
2 rema`ta ~f~
3 reme`ggio ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  λαμνοκό λαμνοκόπος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---