Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κόμμα  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 politica parti`to ~m~ ιδρύω κόμμα == fondare un partito | κυβερνών κόμμα == partito di governo | κόμμα της αντιπολίτευσης == partito di opposizione | ζήτω το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας == evviva il Partito Comunista Greco
2 linguistica matematica vi`rgola ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κομιτάτο κομμάδιν  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


ένα κόμμα της δεξιάς = un partito [αρσ.] di destra


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---