Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κοινοπραξία  
ουσιαστικό θηλυκό

economia associazio`ne ~f~, cooperati`vα ~f~, joint-venture ~f~ /τυοϊντ-βέντουρ/

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κοινοπολιτεία κοινός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---