Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκλότσος
ουσιαστικό αρσενικό ((popolare)) ca`lcio ~m~, calcio`ne ~m~ είναι του κλότσου και τον μπάτσου == lo trattano come una pezza da piedi permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |