Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κλινική  
ουσιαστικό θηλυκό

1 cli`nica ~f~, casa ~f~ di cura
2 cli`nica ~f~, repa`rto ~m~ ospedaliero καρδιολογική κλινική == clinica cardiologica

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κλινικά κλινικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---