Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκερδισμένος
επίθετο 1 participio passato del verbo [κερδίζω] 2 guadagna`to 3 vinto 4 vincente βγαίνω κερδισμένος == uscire vincente permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |