Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κανάλι  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 cana`le ~m~ τα κανάλια της Βενετίας == i canali di Venezia
2 di mare cana`le ~m~, stretto ~m~ το κανάλι της Κορίνθου == il canale di Corinto
3 telecomunicazioni cana`le ~m~, re`te ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κανακισμένος καναπεδάκι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---