Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


καλώ  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 chiama`re κάλεσε τo γιατρό == ha chiamato il medico | κάλεσε ένα ταξί == ha chiamato un tassì | κάλεσαν τo μάρτύρα να καταθέσει == hanno chiamato il teste a deporre | καλώ στα όπλα == chiamare alle armi
2 invita`re μας κάλεσαν σε μια δεξίωση == ci hanno invitato a un ricevimento | καλώ σε μoνoμαχία == sfidare a duello

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  καλφόπουλο καλώδιο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---