Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


καλοπροαίρετος  
επίθετο

ben dispo`sto, ben intenziona`to, disinteressa`to, amiche`vole ήταν καλoπρoαίρετoς απέναντί μου == era ben intenzionato nei miei riguardi | καλoπρoαίρετες συμβoυλές == consigli disinteressati

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  καλοπόδαρος καλορία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---