Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


καλοσυνάτος  
επίθετο

1 di persona bene`volo, beni`gno, bona`rio
2 di tempo mite, bello, buo`no

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  καλόστρωτος καλοσυνεύω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---