Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ηγεμονεύω  
ρήμα αμετάβατο

1 dominare
2 imporsi
3 regnare
4 signoreggiare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ηγεμόνευση ηγεμονία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---