Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόηγέτες
ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός 1 qua`dri ~mp~ diretti`vi 2 su`mmit ~m~ ηγέτης ουσιαστικό αρσενικό capo ~m~ εθνικός ηγέτης == capo di una nazione | o ηγέτης των επαναστατών == il capo degli insorti ηγέτιδα ουσιαστικό θηλυκό femminile di [ηγέτης] ηγέτις ουσιαστικό θηλυκό variante arcaica di [ηγέτιδα] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |