Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εύρωστος  
επίθετο

robu`sto, vigoro`so εύρωστη οικονομία == economia forte

ευρωστότατος
επίθετο

superlativo di [εύρωστος]

ευρωστότερος
επίθετο

comparativo di [εύρωστος]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ευρωστία ευσαρκία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---