Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εξηνταβελόνης  
ουσιαστικό αρσενικό

((popolare)) spilo`rcio ~m~, tacca`gno ~m~, pito`cco ~m~, ti`rchio ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εξήντα εξηντάρα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---