Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ερμίνα  
ουσιαστικό θηλυκό

1 zoologia ermelli`no ~m~
2 pelli`ccia ~f~ di ermelli`no, ermelli`no ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  έρμιθες έρμο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---