Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεργατικός
επίθετο 1 opera`io, relati`vo all'opera`io εργατικό κίνημα == movimento operaio | εργατικό δίκαιο == diritto del lavoro | εργατικά συνδικάτα == sindacati dei lavoratori | εργατικές κατοικίες == case popolari 2 laborio`so, opero`so εργατικός υπάλληλος == un impiegato operoso εργατικότατος επίθετο superlativo di [εργατικός] εργατικότερος επίθετο comparativo di [εργατικός] permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαη Εργατική Πρωτομαγιά = festa [θηλ.] dei lavoratori Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |