Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


επίλυση  
ουσιαστικό θηλυκό

risoluzio`ne ~f~ επίλυση μυστηρίου == risoluzione di un mistero | επίλυση πρoβλήματoς == risoluzione di un problema

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  επιλύομαι επιλύσιμος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---