Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεπαναπαύομαι
ρήμα παθητικό 1 ((letterario)) riposa`re 2 far affidame`nto, fida`rsi, conta`re επαναπαύομαι στις δάφνες μου == riposare sugli allori permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |