Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


έλξη  
ουσιαστικό θηλυκό

1 trazio`ne ~f~
2 fisica trazio`ne ~f~, attrazio`ne ~f~ μαγνητική έλξη == attrazione magnetica | ηλεκτρική έλξη == trazione elettrica
3 ((figurato)) attrazio`ne ~f~, attratti`va ~f~ σεξoυαλική έλξη == attrazione sessuale

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ελμινθολόγος ελονοσία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---