Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ελεγχόμενος  
επίθετο

1 participio passato del verbo [ελέγχω]
2 comanda`to
3 controlla`to
4 frena`to
5 sorveglia`to

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ελέγχομαι έλεγχος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---