Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεκρέω
ρήμα αμετάβατο 1 sgorga`re, fuoriusci`re 2 di fiumi sbocca`re, getta`rsi, sfocia`re, versa`rsi o Αλιάκμονας εκρέει στον Θερμαϊκό κόλπo == il fiume Aliakmona sfocia nel golfo Termaico permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |